Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2010

(82) Επίλογος (ii)

Αργα το απογευμα της ιδιας μερας, η Dietrich χτυπησε την πορτα της Katia. Οι δυο γυναικες ειχαν να ειδωθουν πανω από ένα χρονο. Η Dietrich δεν ειχε συμφωνησει ποτε με τον γαμο του γιου της με την Katia, και ακομα και η αγαπη για τα εγγονια της δεν την εκανε πιο ευαισθητη σε αυτο το θεμα.
Η Katia ανοιξε χαμογελωντας, με τον Agamemnon στην αγκαλια της και τον Orestes να την τραβαει από την μπλουζα. Μολις ειδε την πεθερα της παγωσε. Ο Orestes κρυφτηκε ντροπαλος πισω της και κοιταζε με τα μαυρα ματακια του την γιαγια του.
«Τι συμβαινει;» ρωτησε η Katia αναστατωμενη.
«Ηρθε αυτο», απαντησε ξερα η Dietrich και της εδειξε τον φακελο. Η Katia προχωρησε προς το εσωτερικο του διαμερισματος, αφησε με προσοχη τον Agamemnon στην κουνια του, χαιδεψε την κοιλια της, οπου μεσα κοιμοταν ησυχα η κορη της και πηρε τον φακελο.
Δεν εδειξε ουτε ένα συναισθημα οσο το διαβαζε, παρολο που η Dietrich την παρακολουθουσε με προσοχη αλεπους που παραμονευει μια κοτα. Όμως όταν τελειωσε την αναγνωση και ξανακοιταξε την πεθερα της, τα ματια της ηταν υγρα.
«Ενταξει. Θες να περασεις;»
Η Dietrich εγνεψε αρνητικα.
«Με περιμενει ο Albert στο αυτοκινητο», ειπε ψεματα, και η Katia το καταλαβε. Δεν υπηρχε περιπτωση ο Albert να μην ανεβαινε να πει ένα γεια και να δει τα ανιψια του.
«Καταλαβαινω. Κι εγω εχω να προσεξω τα παιδια.»
«Αντιο λοιπον.»
«Αντιο.»
Η Dietrich εφυγε, και μονο αφου εκλεισε η πορτα πισω της μπορεσε η Katia να ξεσπασει. Εκατσε βαρια πισω από την πορτα και αρχισε να κλαιει με λυγμους. Ο Orestes την αγκαλιασε και αρχισε να της χαιδευει τα μαλλια τρομαγμενος, προσπαθωντας να την καθησυχασει. Τον τραβηξε στην αγκαλια της και τον γεμισε φιλια ανακατα με τα δακρυα της.
Εμεινε στην ιδια θεση για αρκετες ωρες, αγκαλια με τα παιδια της και προσπαθωντας να αναλογιστει το μελλον της. Στα ποδια της ηταν ακομα πεσμενο το χαρτι που ανακοινωνε τον χαμο του αντρα της, μουντζουρωμενο και νοτισμενο από τα δακρυα των αγαπημενων του.

1 σχόλιο: