Σάββατο 7 Αυγούστου 2010

(9) Augustus

Ξεκινουσαν οι ατελειωτες ωρες αναμονης που τοσο μισουσε ο Angus. Περα από καποιες μικρες αψιμαχιες και συμπλοκες που ειχαν γινει με καποια αναγνωριστικα υποβρυχια σκαφη της Capitol, δεν ειχε εμπλακει σε καποια μεγαλυτερη μαχη. Ηξερε απεξω ολη την θεωρια αλλα στην πραξη χωλαινε. Αλλα ηξερε ότι, ακομα και στις μικροσυμπλοκες, η περισσοτερη ωρα ηταν αναμονη. Ολοι καθονταν σε αναμμενα καρβουνα και περιμεναν την μοναδικη στιγμη που θα κρινονταν τα παντα: την στιγμη που τα ρανταρ θα κλειδωναν τον στοχο τους και οι τορπιλες θα πυροδοτουνταν. Κι επειτα όλα ηταν στα χερια του Θεου.
Ο Angus την απεχθανοταν αυτή την αναμονη –ενιωθε ότι σπαταλουσε τον πολυτιμο χρονο του περιμενοντας κατι που μπορει η μοιρα να το ειχε αποφασισει από πολύ πιο πριν. Ποτε δεν μπορουσε να κατσει ησυχος – συνεχεια βρισκοταν σε επιφυλακη μηπως δει καποιο εχθρικο σκαφος προτου το δει ο παρατηρητης, συνεχεια επικοινωνουσε με τον Οπλονομο για την κατασταση των τορπιλων και ετρωγε την μια τσιχλα μετα την άλλη από την νευρικοτητα του.
Τα τεσσερα σκαφη ειχαν ηδη μιση ωρα που ειχαν φυγει και δεν ειχαν στειλει προς το παρον καμια πληροφορια. Ο Angus ηξερε ότι για τουλαχιστον αλλα σαραντα λεπτα δεν θα επικοινωνουσαν – τοσο χρειαζονταν για να πλησιασουν σε καποια λογικη αποσταση από τον εχθρικο στολο και να αρχισουν να συγκεντρωνουν στοιχεια για την δυναμη του.
Περπατησε για λιγο νευρικα στην γεφυρα του υποβρυχιου, εριξε μια ματια από το περισκοπιο, ειδε απλως το απεραντο γκριζο του ουρανου και το βαθυ σκουρο του ωκεανου, εβαλε στο στομα του μια τσιχλα, την μασησε, ξαναπερπατησε πεντε βηματα, κοιταξε από το σοναρ, μιλησε για λιγο με τον δευτερο κυβερνητη, τον Augustus Olufsson, ξανακοιταξε από το περισκοπιο, την ιδια θεα που δεν ειχε αλλαξει καθολου, εβαλε άλλη μια τσιχλα στο στομα του, παρολο που η γλυκα της προηγουμενης δεν ειχε ακομα χαθει, ξαναπερπατησε νευρικα στο καταστρωμα…
Ο Augustus ζαλιστηκε βλεποντας τον να περπαταει εδω κι εκει. Επιασε το μετωπο του και ετριψε τα μηλιγγια του.
«Angus θα παλουκωθεις κατω επιτελους;» μουγκρισε σιγανα για να μην τον ακουσει κανεις ναυτης.
Ο Angus τον κοιταξε με αγριεμενο βλεμμα, αλλα παρολα αυτά εκατσε διπλα στον Augustus, οπου και αρχισε να τριβει τα δαχτυλα του με τοση ορμη ώστε να κανουν ‘κρακ’. Ο Augustus βλαστημησε μεσα από τα δοντια του. Εβγαλε το καπελο του κι εξυσε το ξυρισμενο του κεφαλι. Στο χαμηλο φως της γεφυρας η ουλη που ξεκινουσε από την κορυφη του κεφαλιου του κι εφτανε μεχρι το σαγονι του φαινοταν τοσο μεγαλη οσο και τα φαραγγια του Αρη. Το βλεμμα του Angus περιπλανηθηκε για λιγο στην πληγη κι επειτα καρφωθηκε στα ξεπλυμενα γαλαζια ματια του δευτερου κυβερνητη.
«Ηρεμησε», ειπε ο Augustus με καθησυχαστικη φωνη. «Όλα θα πανε βασει σχεδιου. Δεν εχει νοημα να αγχωνεσαι από τωρα.»
Ο Angus δεν απαντησε. Δεν αγχωνοταν για την εκβαση της μαχης, γιατι βαθια μεσα του πιστευε ότι η μαχη δεν θα μπορουσε να εχει καποια άλλη εκβαση εκτος από τη νικη τους. Δεν μπορουσε να εξηγησει στον Augustus ότι βιαζοταν να συντριψει τον εχθρικο στολο για έναν και απλουστατο λογο: ηθελε να επιστρεψει στην γυναικα του. Δεν μπορουσε να του το εξηγησει και ο Augustus δεν θα μπορουσε να το καταλαβει. Τον ιδιο δεν τον περιμενε καμια οικογενεια πισω, μιας και οι δικοι του ειχαν σκοτωθει σε έναν βομβαρδισμο του Angdorf από την Imperial στην αρχη του πολεμου και οι μοναδικες σχεσεις που επετρεπε στον εαυτο του διαρκουσαν μοναχα λιγες ωρες, με μοναχικους τυπους που γνωριζε στα κακοφημα μπαρ που λειτουργουσαν ακομα στα λιμανια οπου επιανε το υποβρυχιο του.
Δεν μπορουσες να τον πεις ωραιο αντρα, ακομα και πριν την ουλη, αλλα παρολα αυτά απεπνεε έναν αερα αυτοπεποιθησης και εξουσιας, τοσο που κανενας συναδελφος του, ειτε ανωτερος του ειτε υφισταμενος του δεν ειχε τολμησει ποτε να σχολιασει τις σεξουαλικες του προτιμησεις. Και οσο κι αν δεν το πιστευαν πολλοι ειχε αρκετες επιτυχιες και όχι μονο σε αντρες, αλλα και σε γυναικες που συχναζαν στα ιδια μπαρ με αυτόν, θλιβερες υπαρξεις που ανοιγαν τα ποδια τους σε οποιον τις κερνουσε ένα ποτηρι νερωμενη μπιρα ή τους υποσχοταν ένα πιατο κρυο φαι, γυναικες που ειχαν αναγκαστει να ακολουθησουν αυτόν τον δρομο γιατι ο άλλος δρομος κατεληγε στον θανατο από την πεινα, γυναικες που παρολο που ειχαν ξεπουλησει το κορμι και την ψυχη τους, εντουτοις μερικες φορες ειχαν αναγκη από έναν αντρα να τις αγκαλιασει και να τις κανει να νιωσουν ασφαλεις. Ο Augustus μπορουσε να το κανει αυτό, αλλα δεν το εκανε ποτε του. Περνουσε από διπλα τους και δεν τους εριχνε ουτε μια ματια, οσο κι αν αυτές τον καρφωναν με το βλεμμα τους από την στιγμη που θα εμπαινε στο μπαρ (και εκανε αισθητη την παρουσια του) κι οσο κι αν τριβονταν πανω του για να τις κερασει ένα ποτο. Παντα εμπαινε στο πρωτο μπαρ που θα εβρισκε ανοιχτο, παντα επινε τρεις μπυρες κι ένα ποτηρι κοκκινο κρασι (για να του μεινει η γευση, όπως ελεγε) κι εφευγε μετα από μια ωρα και εικοσι λεπτα ακριβως – καποιες φορες με παρεα, αλλα τις περισσοτερες μονος του.
Ηταν τρια χρονια μεγαλυτερος από τον Angus, αλλα παρολα αυτά ηταν στην ιδια ταξη. Ηταν συγκατοικοι σε ολη την διαρκεια της σχολης, αν και οι συνολικες ωρες που ειχαν περασει μαζι δεν ηταν ουτε εκατο, μιας και ο Augustus σχεδον ποτε δεν εμενε τα βραδια στην εστια. Όταν αρχισε ο πολεμος βρισκοταν στο τρενο οπου μετεφερε εφοδια και στρατιωτες στο μεγαλυτερο στρατοπεδο του Ισταρ, το Tox-4, και μαλιστα στο ιδιο τρενο οπου βρισκοταν και ο Klaus Kohning, συνταγματαρχης που θα αναλαμβανε την διοικηση του στρατοπεδου. Η Imperial χτυπησε με τα βομβαρδιστικα της την πομπη των τρενων σκοτωνοντας εκατονταδες στρατιωτες και τραυματιζοντας ασχημα τοσο τον Kohning οσο και τον Augustus, όταν ένα μυτερο μεταλλο καρφωθηκε στο κεφαλι του. Ο Augustus εμεινε για τρεις μηνες στο νοσοκομειο, μεχρι οι γιατροι να μπορεσουν να τον βοηθησουν να αποφυγει τον κινδυνο. Αργοτερα ο Augustus καταλαβε ότι ηταν τυχερος που τραυματιστηκε στην αρχη του πολεμου, τοτε που οι γιατροι ειχαν τον χρονο να ασχοληθουν ακομη και με τους βαρια τραυματιες και δεν τους σημαδευαν απλως με ένα κοκκινο Χ, που σημαινε ότι ο στρατιωτης δεν θα τους απασχολουσε πια. Ξεπερασε τον τραυματισμο του, αν και η ουλη του εμεινε σαν ενθυμιο για να του θυμιζει ότι οι καλες μερες ειχαν περασει ανεπιστρεπτι.
Τελικα παρουσιαστηκε στο στρατοπεδο ένα χρονο μετα, εμφανιστηκε μπροστα στον Διοικητη Kohning που μολις ειχε βγει από την εντατικη ολοτελα αλλαγμενος (και όχι μονο στην προσωπικοτητα του – οι γιατροι τον ειχαν μετατρεψει σε cyborg μιας και ειχαν αντικαταστησει πολλα ζωτικα του οργανα με μηχανικα μερη) και, αφου εκπαιδευτηκε σε διοικηση μοναδων (που αλλωστε ηταν και ο σκοπος για τον οποιο ειχε παει στο Tox-4) εσταλη στην Gerlitsche απ’οπου απεπλευσε με τον πολεμικο στολο της Bauhaus για το ωκεανο Orontrov.
Όταν ο Angus εμαθε ότι ο συμμαθητης του ηταν ζωντανος (ειχε ηδη μαθει για την επιθεση της Imperial) ζητησε από το Γενικο Επιτελειο Ναυτικου την μεταφορα του στο υποβρυχιο του, ως δευτερου κυβερνητη. Η εμπιστοσυνη που εδειχναν οι ανωτεροι του στον Angus ηταν πραγματικα συγκινητικη, αν και λιγο συζητησιμη, γιατι ο Augustus ηταν ενας πραγματικα καλος μαχητης, αλλα ο μονος λογος για τον οποιο τον ζητησε ο Angus ηταν επειδη ενιωθε μονος σε έναν στολο χωρις κανεναν γνωστο.
Αυτή η καταραμενη αισθηση μοναξιας! Ηταν αυτή που τον κατετρεχε παντα. Δεν μπορουσε να αισθανεται μονος, δεν μπορουσε να ξεκιναει κατι από την αρχη, όπως ηταν το να διοικει έναν ολοκληρο στολο από υποβρυχια. Ηθελε παρεα. Και ο Augustus ηταν πραγματικη η μοναδικη του παρεα, τωρα που ειχε αποξενωθει από την μητερα του και ο Albert βρισκοταν χιλιαδες χιλιομετρα μακρυα, σε ένα θωρηκτο πανω από τον Γανυμηδη.
Τελικα ο Augustus μεταφερθηκε στο ιδιο υποβρυχιο με τον Angus και μαζι ξεκινησαν για το Αρχιπελαγος Graveton οπου η Bauhaus ειχε αποφασισει να μεταφερει την μαχη για την κυριαρχια των θαλασσων της Αφροδιτης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου