Τρίτη 24 Αυγούστου 2010

(22) Το καλοκαίρι του '18

Σε μια από τις αδειες του ο Tom Johnson αποφασισε να παρει την γυναικα του Nicki και την κορη του την Pamela, που τοτε ηταν μολις ενός ετους και να επισκεφτουν οικογενειακως την Crystal Lake. Η Nicki τον παρακαλουσε για πολύ καιρο να πανε, αλλα μια η φυση της δουλειας του Tom, μια η εγκυμοσυνη της, δεν το ειχαν καταφερει ποτε μεχρι τοτε.
Εκεινο το καλοκαιρι του ’18 όλα εμοιαζαν τελεια για τον Tom. Ειχε μια δουλεια που ειχε μαθει να την αγαπαει, ειχε μια γυναικα που δεν χρειαστηκε να την αγαπησει γιατι το ειχε κανει από την πρωτη στιγμη που την ειχε δει και μολις ένα χρονο πριν η ευτυχια του ειχε συμπληρωθει χαρη στην κορουλα του. Μερικες φορες ενιωθε ότι αν του τυχαινε και καποιο άλλο καλο (όπως για παραδειγμα να κερδιζε ένα δωρεαν ταξιδι στην Luna ή καποιο αμυθητο ποσο σε καποιο τυχερο παιχνιδι που επαιζε περιστασιακα) θα εσκαγε.
Επιασαν ένα μικρο σπιτακι, πεντε λεπτα περπατημα από την λιμνη, και εγκατασταθηκαν εκει για τρεις εβδομαδες, τις οποιες αργοτερα ο Tom θα θυμοταν ως τις καλυτερες της ζωης του.

«Λεω να αφησω μουστακι.»
«Πως ετσι;»
«Θα με κανει πιο αρρενωπο.»
Η Nicki αφησε το σταυρολεξο της στο τραπεζι και τον κοιταξε από την κορυφη μεχρι τα νυχια. Ο Tom ειχε απλωθει σε δυο καρεκλες φορωντας μονο ενα μαγιο που του εφτανε μεχρι τα γονατα. Ηταν αρκετα ηλιοκαμενος, σε σημειο που να τον ζηλευει, μιας και η ιδια δεν μαυριζε ποτε από τον ηλιο, παρα μονο κοκκινιζε. Του χαμογελασε πονηρα.
«Εγω νομιζω ότι δεν γινεσαι πιο αρρενωπος. Ειδικα με αυτή τη βερμουδα εισαι πολύ αντρας.»
Ο Tom εριξε πισω το κεφαλι του και γελασε βροντερα. Η Pamela τον κοιταξε με απορια από το καροτσακι της με εκεινα τα μεγαλα πρασινα ματια που τον εκαναν να λιωνει.
«Και που να με δεις χωρις αυτην…» της πεταξε το δολωμα, αλλα η Nicki δεν τσιμπησε.
«Κατσε καλα…η μικρη είναι ξυπνια ακομη.»
«Αχ…εσυ χανεις»,της πεταξε και φορεσε τα γυαλια ηλιου του. «Τετοιο κορμι…»
Ξαπλωσε αναπαυτικα στις καρεκλες του ενώ η Nicki χαμογελουσε.
«Πεντε καθετα: εγραψε το ‘Πολεμος και Ειρηνη’.»
«Ο Ντοστογιεφσκι.»
Μετρησε τις κενες θεσεις.
«Ναι καλα…εφτα γραμματα. Αλλα τελειωνει σε ‘ι’.»
«Ο Τολστοϊ τοτε.»
«Σιγουρα;»
«Ναι, γιατι όχι;» απαντησε ανεμελα αυτος.
Εκεινη συμπληρωσε με προσοχη τα κενα.
«Ταιριαζει.»
«Φυσικα και ταιριαζει, γιατι είναι αυτος.»
«Πολύ σιγουρος δεν εισαι; Μου ειπες ο Ντοστογιεφσκι στην αρχη.»
«Ηθελα να δω αν θα το καταλαβεις.»
«Χαχα…γιατι δεν το συμπληρωνεις εσυ τοτε, αφου εισαι τοσο πολυξερος;»
«Ειμαι απασχολημενος. Μαυριζω.»
Του πεταξε το καπακι του στυλο της και τον πετυχε στο κεφαλι. Η Nicki παντα συμπληρωνε τα σταυρολεξα με στυλο, ποτε με μολυβι. Ελεγε ότι οποιος χρησιμοποιει στυλο για τα σταυρολεξα του εχει αυτοπεποιθηση. Η ιδια ποτε δεν ειχε καταφερει να τελειωσει ένα σταυρολεξο, αλλα ο Tom δεν την ειχε πειραξει ποτε για αυτό.

Τα απογευματα ηταν καταπληκτικα, με τον ηλιο να βαζει φωτια στον οριζοντα και να δινει στην λιμνη ένα χρυσαφι χρωμα, καθως εδυε. Ο Tom καθοταν στην ξυλινη βεραντα και καπνιζε ένα τσιγαρο, θαυμαζοντας τα χρωματα της φυσης. Διαφορες παρεες ηταν αραχτες διπλα στο νερο και χαρουμενες φωνες ερχονταν από αποσταση. Ενιωσε δυο χερια να τον αγκαλιαζουν από την μεση και το προσωπο της Nicki να ακουμπαει στην πλατη του. Μπορουσε να νιωσει μεχρι και την ρυθμικη ανασα της στην σπονδυλικη του στηλη. Ανατριχιασε.
«Παλι τσιγαρο κανεις; Σου εχω πει τοσ-…»
«Σσσς…κοιτα. Κοιτα ποσο ομορφα ειναι…»
Και, ως εκ θαυματος, εκεινη δεν ειπε τιποτα άλλο.

Αργοτερα το βραδυ εκαναν ερωτα σιωπηλα, με το μωρο να κοιμαται ησυχα διπλα τους. Κι όταν επειτα από εννεα μηνες η Nicki εφερε στον κοσμο το δευτερο τους παιδι, την Samantha, ο Tom δεν συνειδητοποιησε ότι η μερα της συλληψης της συνεπιπτε με την περιοδο που ειχαν περασει στην Crystal Lake.
Τα πρωινα πηγαινε για ψαρεμα, ενώ η εξαντλημενη από την φροντιδα του μωρου Nicki κοιμοταν ακομη. Ποτε του δεν καταφερε να πιασει ουτε λεπι, αλλα ειχε κανει συμφωνια με έναν γερο-ψαρα που εμενε μονιμα στην λιμνη και κάθε μερα αγοραζε από αυτόν μερικα φρεσκα ψαρια. Ακομα κι αν η Nicki ειχε καταλαβει ότι δεν τα επιανε αυτος, εντουτοις ποτε δεν του ειπε τιποτα, αν και της εκανε εντυπωση πως, όταν καποιες φορες ειχαν μπουχτισει από τα ψαρια για μεσημεριανο και ηθελαν να φανε κατι διαφορετικο, εκεινος καταφερνε να επιστρεψει από το ψαρεμα χωρις να πιασει τιποτα. Τυχαιο; Η Nicki δεν ανεφερε ποτε τιποτα και ο Tom καποια στιγμη καταλαβε ότι τον ειχε παρει πρεφα κι απλως δεν του ειχε πει τιποτα, όπως εκανε κι εκεινος με τα σταυρολεξα της.

Η Pamela την ειχε καταβρει. Ειχε γινει ακομα πιο στρουμπουλη (ο φρεσκος αερας της εκανε καλο) και ολη τη μερα επαιζε με το σκυλακι του ηλικιωμενου ζευγαριου που εμενε διπλα τους. Όταν δεν επαιζε με το σκυλι, παρατηρουσε ησυχη τον κοσμο που κατεβαινε προς την λιμνη. Δεν γκρινιαζε ποτε κατά την διαρκεια της ημερας, αλλα το βραδυ ξεσαλωνε. Η Nicki δεν εκλεινε ματι από τα κλαματα, σε αντιθεση με τον Tom που ειχε αποδειξει ότι το κλαμα της μικρης δεν τον κατεβαλε λεπτο. Όταν επεφτε για υπνο δεν τον ενοχλουσε τιποτα, ουτε καν η γκρινια της γυναικας του και τα κοσμητικα επιθετα με τα οποια τον στολιζε όταν εκεινος κοιμοταν του καλου καιρου κι εκεινη πηγαινοερχοταν με το μωρο στην αγκαλια προσπαθωντας να το κοιμησει ξανα. Τελικα η μικρη κοιμοταν για καμια ωρα κι επειτα, σαν να ειχε βιολογικο ξυπνητηρι, αναστατωνε παλι τον κοσμο. Την τριτη ή την τεταρτη φορα η Nicki ηταν πλεον πολύ κουρασμενη για να σηκωθει κι ετσι εριχνε αγκωνιες στον Tom, ο οποιος συνηθως επεφτε από το κρεβατι και πηγαινε προς την κουνια σκουντουφλωντας. Και παντα όταν την επαιρνε αγκαλια εκεινη ηρεμουσε αμεσως.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου