Πέμπτη 19 Αυγούστου 2010

(20) Πριν την καταιγίδα

Το στομαχι του ειχε αρχισει να ανακατευεται από την μυρωδια κλεισουρας του δωματιου του. Αποφασισε να κανει μια βολτα στο καταστρωμα του πλοιου. Εβαλε το πουρο του στην τσεπη του χιτωνιου του και βγηκε εξω, ενας λιποσαρκος αντρας με επιβλητικο παρολα αυτά παραστημα, στην ψυχρα του χειμωνιατικου λυκοφωτος.
Προς τον βορρα πυκνα μαυρα συννεφα εξαπελυαν αστραπες που, όπως ολα εδειχναν, θα εφταναν και σε αυτους, το πολύ μεχρι την αυριανη ημερα. Περα μακρυα η θαλασσα εμοιαζε ησυχη, σχεδον ακυμαντη, αλλα ο Tom ειχε περασει πολλα χρονια μεσα στο υγρο στοιχειο για να ξερει ότι η θαλασσα δεν ηταν ποτε αυτό που φαινοταν: από μακρυα εμοιαζε να κοιμαται, αλλα αν την πλησιαζες σου εδειχνε τα δοντια της. Και όταν στην επιφανεια ηταν ανταριασμενη, ηξερες ότι στον βυθο ηταν όλα τοσο ησυχα, τοσο γαληνια…
Ναι, αλλα αυτό ηταν παλι ψεμα, ετσι δεν είναι; Ειδικα τον τελευταιο καιρο, με τα υποβρυχια και των δυο εταιρειων να τριγυρνανε σαν αρπακτικα. Στα ανατολικα οι φλογες που μαινονταν τους τελευταιους μηνες σημερα εμοιαζαν να ειχαν δυναμωσει. Στο δασος του Karnem (οσο ειχε απομεινει τουλαχιστον) οι μαχες δεν σταματουσαν ποτε. Και που και που μερικα από τα θηρια που κανεις δεν ειχε δει ποτε του εβγαιναν από τις σκιες για να βρουν τροφη, που γινοταν ολοενα και πιο πλουσια σε ποσοτητα.
Ενας διοπος τον πλησιασε και σταθηκε διπλα του με σεβασμο. Ηξερε ότι ο διοικητης τους συνηθιζε να ανεβαινει αρκετα συχνα στο καταστρωμα και να ρεμβαζει και δεν ηθελε να τον ενοχλει κανεις. Αλλα αυτή τη φορα τα νεα ηταν πολύ σημαντικα και επρεπε να τον διακοψει από το ονειροπολημα του. Ξεροβηξε απλως και περιμενε υπομονετικα.
Ο Tom πηρε βαθια ανασα. Την περιμενε αυτή τη στιγμη, αν και θα προτιμουσε να μαθαινε τα νεα αφου ειχε κοιμηθει καποιες ωρες. Ηταν πολύ κουρασμενος τωρα. Παρολα αυτά στραφηκε στον ναυτη, διαβασε το μικρο του ονομα στην στολη του και του απευθυνθηκε με χαμηλη φωνη:
«Τι συμβαινει Johnnie;»
Ο διοπος, που δεν παρατηρησε την γρηγορη ματια του Johnson στην στολη του, ξαφνιαστηκε που ο διοικητης του τον ηξερε με το μικρο του ονομα, και ξαφνιαστηκε ευχαριστα. Για καποιους τετοιους ανθρωπους αξιζε να πολεμας!
«Συγγνωμη που σας ενοχλω κυριε διοικητα, αλλα τα σκαφη προκαλυψης μας ανεφεραν ότι ένα αεροπλανοφορο και τρια ή τεσσερα υποβρυχια κατευθυνονται προς το μερος μας. Αναμενονται να φτασουν σε θεση βολης μεχρι το απογευμα αυριο.»
Ο Johnson κουνησε το κεφαλι του. Το παιχνιδι ειχε αρχισει όπως όλα εδειχναν.
«Καλως. Σε ευχαριστω πολύ παιδι μου.»
Ο διοπος χαιρετησε στρατιωτικα και εφυγε. Ο Tom περιμενε πρωτα να απομακρυνθει κι επειτα εβγαλε με τρεμαμενα χερια ένα στρογγυλο ρολοι από την τσεπη του. κοιταξε την ημερομηνια – 17 Φεβρουαριου. Σε τεσσερις μερες ειχε γενεθλια η κορουλα του. Κι αυτος, αντι να είναι μαζι της, να την γεμισει δωρα και φιλια και να την κρατησει στην αγκαλια του, επρεπε να είναι εδώ και να δινει διαταγες που θα οδηγουσαν εκατονταδες ανδρες στον θανατο. Ποσοι από αυτους ηταν πατεραδες σαν κι εκεινον; Ποσοι από αυτους ειχαν αφησει την οικογενεια τους στο σπιτι για να ερθουν μεχρι εδώ και να υπερασπιστουν την πατριδα τους απεναντι στον ιδιο και στους υπολοιπους εχθρους τους; Σε ποσες κορες και σε ποσους γιους θα στερουσε τον πατερα; Ποσες συζυγους θα αφηνε χηρες; Ποσους γονιους χωρις παιδια;
Πολεμος. Ναι, το ηξερε ότι ηταν σκληρο. Όπως επισης ηξερε ότι θα εκανε το καθηκον του χωρις δισταγμο όταν θα επρεπε.
Αλλα μερικες φορες το καθηκον του φαινοταν πολύ βαρυ για να το αντεξει.

Προσπαθησε να μιλησει ξανα με την Nicki και τα κοριτσια μεσω του εταιρικου δικτυου, αλλα οι επικοινωνιες ηταν ακομα κομμενες. Εκλεισε τον ασυρματο απογοητευμενος και ξαναβγηκε στο καταστρωμα. Ο ουρανος ειχε γινει ακομα πιο μουντος, αν και στα βορεια μπορουσε να δει ένα μικρο κομματι γαλαζιου ουρανου, που όμως γρηγορα κρυφτηκε από τα συννεφα. Ρωτωντας τον εαυτο του διαπιστωσε ότι δεν ειχε δει ποτε του μια ηλιολουστη μερα, ακομα και κοντα στην Ισημερινη γραμμη οπου ως επι το πλειστον βρισκοταν από τοτε που ειχε πατησει το ποδι του σε αυτόν τον πλανητη – ακομα κι όταν δεν υπηρχαν συννεφα στον ουρανο, ο ηλιος καλυπτοταν από τους καπνους που δημιουργουσαν οι αιωνιες φωτιες σε ολες τις εμπολεμες ζωνες. Ο ιδιος ειχε μεγαλωσει με ηλιο, δεν μπορουσε να ζησει χωρις αυτόν. Κάθε μερα τους πρωτους μηνες ξυπνουσε με ολοενα και χειροτερη διαθεση, που σπανια καλυτερευε κατά την διαρκεια της μερας – χωρια που ειχε φτασει στην Αφροδιτη κατά τη διαρκεια της Ατελειωτης Νυχτας και μεχρι να εγκλιματιστει κοντεψε να πεσει σε καταθλιψη, την οποια τελικα ξεπερασε με χαπια κι αρκετα μπουκαλια ουισκι.
Στραφηκε προς τα δυτικα, οπου μια καταιγιδα φαινοταν ετοιμη να ξεσπασει. Εκτυφλωτικες αστραπες αυλακωναν τον μαυρο ουρανο κα για μια στιγμη ο Tom προσπαθησε να σκεφτει τον αντιπαλο του που μπορει να βρισκοταν την ιδια ακριβως στιγμη στο καταστρωμα του δικου του πλοιου και να σκεφτοταν ακριβως τα ιδια με αυτόν. Χαμογελασε πικρα. Αυτό που ειχε μαθει τοσα χρονια ηταν ότι ολοι ηταν ανθρωποι τελικα – ολοι εμοιαζαν κατά βαθος, κι ας ειχαν τοσες διαφορες.
Καποτε ειχε ακουστει μια ιστορια, στην αρχη του πολεμου, για δυο στρατιες στον Γανυμηδη που, παρακουοντας τις διαταγες των Επιτελειων τους, ειχαν κανει ανακωχη για τις ημερες των Χριστουγεννων. Φυσικα καμια εφημεριδα και κανενα δικτυο δεν το ανεφερε, μιας και τα Υπουργεια Προπαγανδας ηταν πολύ αυστηρα σε τετοια ζητηματα, αλλα η ιστορια ειχε κυκλοφορησει από στομα σε στομα. Ο Tom ειχε νιωσει θαυμασμο για ότι εγινε, κι ακομα κι αν τελικα η ιστορια ηταν ψευτικη, εκεινος παρολα αυτά την εβρισκε υπεροχη. Ολοι ηταν ανθρωποι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου