Πέμπτη 12 Αυγούστου 2010

(16) Capitol



ΜΕΡΟΣ ΙΙ – CAPITOL

Ηπιε μια μεγαλη γουλια από τον χυμο του και τραβηξε μια βαθια ρουφηξια από το πουρο του. Η καφτρα αναψε και φωτισε τον Tom Johnson, αποκαλυπτοντας ένα ρυτιδωμενο προσωπο με παχυ μουστακι και εξυπνα μαυρα ματια, βαθια χωμενα μεσα στις κογχες τους. Στο σκοτεινο δωματιο του, ο ναυαρχος του στολου της Capitol προετοιμαζοταν για την μεγαλυτερη μαχη της ζωης του. Ηξερε ηδη ότι η Bauhaus ειχε μεταφερθει στο νησι Umstrad, γυρω στα τριαντα ναυτικα μιλια μακρυα τους και υπεθετε ότι δεν θα αργουσε να κανει την πρωτη κινηση.
Ηπιε τον υπολοιπο χυμο του με μια γουλια και ανατριχιασε από την ξινιλα του πορτοκαλιου. Κοιταξε εξω από το φινιστρινι του δωματιου του, την απεραντη Θαλασσα των Αστεριων, όπως λεγοταν ο κολπος στον οποιο ειχε αγκυροβολησει ο στολος του. Ο ουρανος ηταν γεματος μεγαλα, γκρι συννεφα, ετοιμος για βροχη. Που και που μερικες αστραπες αυλακωναν τα συννεφα, αλλα οι βροντες δεν ακουγονταν σχεδον καθολου. Ισιωσε ασυναισθητα το μουστακι του και περιεφερε το βλεμμα του στον χωρο.
Σταματησε στο ημερολογιο που βρισκοταν κρεμασμενο στον τοιχο του και εδειχνε φωτογραφιες κουταβιων. Ένα μαυρο κολει κοσμουσε τον Φεβρουαριο, ενώ η μοναδικη ημερομηνια που ηταν σημειωμενη ηταν η 21η – τα γενεθλια της μικροτερης κορης του, της Susan. Μια πολύ μικρη, ξεθωριασμενη φωτογραφια της ηταν κολλημενη στο κατω μερος του ημερολογιου, μια φωτογραφια που εδειχνε ένα μαυρομαλλικο κοριτσακι που χαμογελουσε πονηρα και εκλεινε το ματι σκερτσοζικα στον φακο. Θα γινοταν τριων ετων φετος, κι ο Tom ειχε ηδη να την δει εδώ και δυο χρονια. Ενιωσε έναν κομπο στον λαιμο. Αργοτερα θα προσπαθουσε ξανα να επικοινωνησει με την οικογενεια του, κατι που ειχε να το κανει εδώ και δυο μηνες, μιας και ολες οι επικοινωνιες της Capitol δεχονταν παρεμβολες από την Bauhaus. Αλλα προς το παρον επρεπε να επικεντρωθει στην αποστολη που ειχε να φερει εις περας.
Ειχαν περασει τρια χρονια από τοτε που ειχε φτασει στην Αφροδιτη και την ειχε αγαπησει, παρολο που ειχε σταλει για να την καταστρεψει. Ηταν τοσο διαφορετικη από τον ερημο Αρη, που η ζεστη πολλες φορες σε εκανε να θελεις να λιποθυμησεις. Καποιο καλοκαιρι ειχε φτασει μεχρι και τους 52 βαθμους στο San Dorado, εκει δηλαδη οπου εμενε αυτος και η οικογενεια του.
Πριν τον πολεμο ειχε επισκεφτει για τον μηνα του μελητος τον Γανυμηδη, και του ειχε κανει μεγαλη εντυπωση το ψυχρο κλιμα που επικρατουσε ακομη και στην Ισημερινη ζωνη του. Ο Γανυμηδης ηταν το αντιμετρικα αντιθετο του Αρη: ενας παγωμενος πλανητης με υψηλοτερη θερμοκρασια τους 25 βαθμους το καλοκαιρι.
Αλλα η Αφροδιτη ηταν ιδανικος πλανητης για να μενεις: συνδυαζε το κρυο του Γανυμηδη (αν σου αρεσε το κρυο) στα βορεια με το θερμο κλιμα του Αρη (αν ησουν φαν των ηλιολουστων ημερων) στην νοτια ηπειρο. Του θυμιζε σε πολλα σημεια την Γη, από την οποια ειχε φυγει όταν ηταν δεκα ετων, αλλα αυτό που δεν μπορουσε να αντεξει ηταν η Ατελειωτη Νυχτα. Αγαπουσε σχεδον τα παντα στον πλανητη εκτος από τους εξι μηνες νυχτας. Θα παθαινε καταθλιψη αν ηταν αναγκασμενος να το ζει αυτό και απορουσε με τους πολιτες της Bauhaus πως τα καταφερναν. Θεμα συνηθειας, φανταζοταν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου