Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2011

(5) Νέες γνωριμίες

“Ονομα;” ρωτησε βαριεστημενα η σπυριαρα υπαλληλος πισω απο τον παγκο.
“Gregorovic Ivan.” Ο στρατιωτης αφησε το βλεμμα του να περιπλανηθει στο αδιαφορο στηθος της κι επειτα κοιταξε ξανα τα χαρτια του.
“Ονομα πατρος;”
“Stefan.”
“Πολη;”
“Heimburg.”
“Μεταταξη ή καταταξη;”
“Μεταταξη απο το 16ο Τμημα Πεζικου. Κοκκινη Γραμμη.”
Ο Ivan δεν συνηθιζε να λεει που ειχε πολεμησει, αλλα η αδιαφορια στη φωνη της κοπελας ηταν εξοργιστικη. Παρολα αυτα η υπαλληλος δεν πεταρισε ουτε βλεμμα.
“Το Φυλλο Πορειας σας, παρακαλω.”
O Ivan εβγαλε ενα τσαλακωμενο κιτρινο χαρτι και της το εδωσε. Η κοπελα μετακινηθηκε με την καρεκλα της προς το διπλανο γραφειο, ανοιξε εναν τεραστιοτομο κι αρχισε να ψαχνει. Ο Ivan περιεργαστηκε τους γυρω του.
Του φανηκε οτι ηταν ο μεγαλυτερος σε ηλικια σε ολες τις σειρες δεξια κι αριστερα του, ολοι οι νεοσυλλεκτοι εμοαζαν να μην εχουν τελειωσει καν το σχολειο. Ακριβως δεξια του ηταν ενας νεαρος, οχι πανω απο 19, με κοντο ξανθο μαλλι και μια υποψια μουστακιου στο πανω χειλος του, ο οποιος του εριχνε κλεφτες ματιες. Το βλεμμα του φαινοταν αγαθο, αν και ο Ivan στοιχηματιζε οτι μια εβδομαδα στο μετωπο θα το αλλαζε χαρακτηριστικα.
Η υπαλληλος βρηκε επιτελους αυτο που εψαχνε και ξανατσουλησε προς το γραφειο της. Ο Ivan δεν μπορεσε να μην προσεξει τα χοντρα μπουτια της και να μην τα σχολιασει αρνητικα απο μεσα του. Η κοπελα του εδωσε πσω το φυλλο πορειας, την καρτα που αντιστοιχουσε στο Ναυτικο και ενα φυλλαδιο με οδηγιες.
“Προαυλιο και περιμενετε. Επομενος.”
Ο Ivan δεν βρηκε καν εναν λογο για να πει ευχαριστω. Φορτωθηκε τον σακο με τα λιγοστα πραγματα του και κατευθυνθηκε προς την εξοδο. Με την ακρη του ματιου του ειδε οτι και ο νεαρος με το αγαθο προσωπο εκανε το ιδιο με βιαστικες κινησεις. Λιγο προτου φτασει στην εξοδο, ο νεαρος τον προλαβε.
“Κοκκινη Γραμμη, ε;” ρωτησε λαχανιασμενα.
Ο Ivan του εριξε ενα απαξιωτικο βλεμμα που ομως δεν τον πτοησε καθολου.
“Ο πατερας μου ελεγε οτι δεν εχεις πολεμησει πραγματικα αν δεν εχεις υπηρετησει στην Κοκκινη Γραμμη.”
“Ναι, ε;” απαντησε ουδετερα ο Ivan. Κοντοσταθηκε και αναψε τσιγαρο. Ο νεαρος τον κοιτουσε οπως θα εκανε αν μπροστα του ειχε τον ιδιο τον Θεο.
“Που πολεμησε ο πατερας σου;”
“Ε...βασικα δεν πολεμησε...ειναι υπαλληλος στα Γραφεια Στρατολογιας...”
Η φωνη του χαμηλωνε με καθε προταση ολοενα και περισσοτερο.
“Μαλιστα.”
Σιωπη απλωθηκε, που την εσπαγε μονο το μουρμουρητο του πληθους στο εσωτερικο του κτιριου και μερικα περιστερια που ειχαν φωλιασει στο γεισο του πρωτου οροφου. Ο Ivan ξαναφορτωθηκετο σακο του που τον ειχε αφησει αναμεσα στα ποδια του για να βγαλει τα τσιγαρα του, και περασε την πυλη προς το προαυλιο, με τον ξανθο καταποδας.
“Με λενε Bachman”, συστηθηκε γρηγορα ο νεαρος, “Robert Bachman, οι φιλοι με λενε Rob.”
Απλωσε το χερι του για χειραψια. Ο Ivan αναστεναξε. Σκατα, δεν το αντεχε αυτο. Γιατι επρεπε να γινουν ολοι φιλοι μεταξυ τους; ειχε φιλους οταν ειχε πρωτοκαταταχτει κι εκανε κι αλλους οταν μεταφερθηκε στην Κοκκινη Γραμμη. Αλλα οταν ειδε τον πρωτο απο τις καινουργιες του γνωριμιες με ανοιγμενο κρανιο κι οταν ο παιδικος του φιλος, με τον οποιο ειχαν μεγαλωσει μαζι, κοπηκε στα δυο απο μια βολη ενος αρματος της Imperial, αρχισε να αναθεωρει τις αποψεις του περι φιλικων σχεσεων στο στρατο.
Μεσα σε μολις δυο μηνες, ολοι οσοι μπορουσε να θεωρησει φιλους ηταν νεκροι ή τραυματιες. Και την νυχτα που επεστρεφε στο χαρακωμα του και η μοναδικη αλλη ζωσα ψυχη εκει ηταν η μασκοτ του λοχου, ενας κεραμιδογατος που ακουγε στο ονομα Eric, συνειδητοποιησε οτι δεν υπηρχε κανενας απολυτως λογος για να κανει φιλιες στον στρατο. Καποιος, καποτε ειχε πει: “Για να ζησει κανεις τελειως μονος του, πρεπει να ειναι ειτε κτηνος, ειτε Θεος.” και μιας και οι πραξεις του ολα αυτα τα χρονια δεν παρεπεμπαν σε Θεο (τουλαχιστον στον Θεο που πιστευαν οι περισσοτεροι), αποφασισε να γινει κτηνος.
Για τους επομενους επτα μηνες δεν μιλησε σε κανεναν, ουτε καν στον νεο λοχαγο που ηρθε για να αντικαταστησει τον προηγουμενο. Μαχοταν λυσσαλεα απο την αρχη μεχρι την ληξη της μαχης και μετα χωνοταν σε μια γωνια και κοιμοταν ή διαβαζε ή ασχολιοταν με τον Eric, τον γατο. Ο δε λοχαγος του ειχε αποφασισει να σεβαστει την αποφαση του να μην κανει παρεα με κανεναν. Ο ιδιος δεν μπορουσε να ξαναμπει στην διαδικασια να κανει φιλιες. Κοιταξε φευγαλεα τον Bachman. Το πιο πιθανο ηταν αυτος ο νεαρος να μην επιζουσε περαν του ενος μηνος.
Το χερι του Robert (Rob για τους φιλους) ηταν ακομη απλωμενο. Ο Ivan ειδε την προσμονη στο βλεμμα του, μια ελπιδα οτι σε αυτο τον νεο τοπο οπου ειχε ερθει μπορουσε να βρει καποια στοιχεια της προηγουμενης ζωης του. Διαολε, ολοι ειχαν περασει απο αυτο το σταδιο, κι ο Ivan ηταν σιγουρος οτι το ειχε περασει ακομα κι ο Max Steiner, που θεωρειτο ηρωας στην εταιρεια. Απλωσε κι αυτος το χερι του και το προσωπο του Bachman φωτιστηκε.
“Ivan,” ειπε κοφτα. “Μαζεψε τα πραγματα σου και παμε να περιμενουμε στο προαυλιο.”

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου