Δευτέρα 26 Ιουλίου 2010

(3) Κάπου έξω από το Heimburg

«Angus, τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις;» ρώτησε δειλά ο Albert τον αδελφό του. Κάθονταν και οι δυο ανάσκελα δίπλα στην λίμνη, κοιτάζοντας τον απέραντο γαλάζιο ουρανό, ξεθεωμένα από το πολύ παιχνίδι. Ο Angus μασούσε ένα χλωρό κλαράκι από ένα δέντρο, με τα χέρια του πίσω από το κεφάλι του. Δεν απάντησε αμέσως.
«Al, αυτό απαιτεί μεγάλη σκέψη», απάντησε μεγαλίστικα. Ο Albert κούνησε το κεφάλι του, σαν να καταλάβαινε ότι αυτή ήταν μια απόφαση που έπρεπε να παρθεί με μεγάλη προσοχή. Για να λέει ο Angus ότι απαιτούσε μεγάλη σκέψη, αυτό σήμαινε ότι είχε κάνει μια πολύ δύσκολη ερώτηση. Ο Albert ένιωσε περήφανος.
«Θα γίνω καπετάνιος», απάντησε μετά από λίγο ο Angus. «Σαν τον μπαμπά. Θα έχω ένα μεγάλο καράβι όλο δικό μου, με πέντε χιλιάδες ναύτες για να τους διατάζω και θα πηγαίνουμε από το Ιστάρ σε όλες τις θάλασσες. Και πιο πολύ θα πηγαίνω στο Graveton όπου έχει πολλά ψάρια και καρχαρίες και ο μπαμπάς λέει ότι έχει κι άλλα πλάσματα, τρομακτικά.»
Ο Albert τον κοίταζε εντυπωσιασμένος.
«Και δεν τα φοβάσαι τα πλάσματα που λέει ο μπαμπάς;»
«Όχι», απάντησε ο Angus μονομιάς. «Γιατί ούτε ο μπαμπάς τα φοβάται και θα τα κυνηγάω και θα τα σκοτώσω όλα.»
Ο Albert τον κοίταξε για μερικά δευτερόλεπτα ακόμα κι έπειτα ξάπλωσε στο δροσερό γρασίδι, περιμένοντας τον αδελφό του να του κάνει την ίδια ερώτηση, αλλά ο Angus δεν μίλησε. Έπειτα από κάμποσα λεπτά ο Albert του μίλησε μόνος του.
«Εγώ θα γίνω πιλότος,» κι έδειξε ένα μικρό αεροπλάνο που πετούσε πάνω από το πάρκο, «σαν κι αυτόν εκεί. Και θα πετάω πιο ψηλά από όλους τους άλλους. Και θα σε παίρνω μαζί μου σε όλα μου τα ταξίδια. Θα δούμε όλη την Αφροδίτη και τις ερήμους και το Μεγάλο Δάσος και όλα τα τέρατα.»
Ο Angus δεν απάντησε κι ο αδελφός του ρώτησε δειλά:
«Angus, θα με παίρνεις μαζί σου στα ταξίδια σου;»
Ο Angus ξεφύσηξε ελαφρά.
«Δεν ξέρω, Al. Η θάλασσα είναι επικίνδυνη, είναι μόνο για πραγματικούς ναυτικούς.»
Κοίταξε τον αδελφό του που τον παρακολουθούσε με τα κατάμαυρα μάτια του να γυαλίζουν. Ήταν συντετριμμένος και ήταν θέμα χρόνου να σπάσει και να δακρύσει. Ο Angus τον λυπήθηκε.
«Λοιπόν, κοίτα τι θα κάνουμε. Θα με πάρεις ένα ταξίδι εσύ στην έρημο και θα σε πάρω κι ένα εγώ στα Χίλια Νησιά. Σύμφωνοι;»
Ο μικρός χαμογέλασε πλατιά.
«Σύμφωνοι!» είπε και ξάπλωσε ξανά στο χορτάρι για να παρακολουθήσει το ταξίδι του μικρού αεροπλάνου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου